Κάτω στα καλάμια
Αψηφώντας τα ριάκια οδηγούσε στο παχνί
Και είπε κάποιο βράδυ της λάμιας η φωνή
Κατηνιό, κατηνιό, σου το γράφει το ρυζικό σου
Κατηνιό, κατηνιό, να μην πάρεις ούτε νερό ούτε νερό
Κατηνιό, κατηνιό, έκανε κάτι νιό
Κατηνιό, κατηνιό, έκανε κι η ήχο
Μεγάλωσε στη στάνη ψυχοπαίδη ξανθή κατηνιό
Του βάρβα της του Γιάννη όταν έμεινε δίχως γονιό
Στο χορό στο πανιγύρι που την πήγαν για λαμπροί
Μόλις τέλειωσαν οι γύροι τη ζητήσαν δυο γαμπροί
Μ' ακούστηκε το δίμη της λάμιας τη φωνή
Κατηνιό, κατηνιό
*
*
*
*
*
*
*