Αν με πηγαίναν αύριο στην Κρεμάνα,
μανούλα μου,
μανούλα δόλια μάνα,
ξέρω πια μου το δάκρυ σταλαστά.
θα πέφτε από τα μάτια τα μεγάλα,
μανούλα μου,
μανούλα δόλια μάνα.
και με γράψανε φωνιά πυρά τον κόσμο παγανιά και τη ζωή σεριάνι.
Κάκο να κάνω στους χακούς που εσύ μονάχα τους ακούς,
μα ο νου σου δεν τους πιάνει.
Στην ερημία που είχα βρεθεί με τον αχέρι στο σπαθί
και τα λου στο βαγγέλιο.
Ήρθαν μανάδες κι όρθαν ακίβα το δάκρυ που πόνα να τους το κάνω γέλιο.
Μα τώρα που έφτασε η στιγμή να κλείσουν οι λογαριασμοί,
ποιος τα χαθά μπορέσει.
Να δει πως είχα μια καρδιά σαν της
αγάπης τα παιδιά και να με συγχωρέσει.