Αυτή τη μέρα πιο νωρίς
γύρισε σπίτι όπως δεν έκανες σκεντόν ποτέ
και τη κοίταξε διαφορετικά όπως δεν έκανες σκεντόν ποτέ
Και δεν μιλούσε πια για τη δουλειά του
που ήταν το μόνο θέμα της κουβέντας συνεχώς
Και τρίφερα με λίγη νοσταλγία
της είπε πάμε μια βόλτα έξω δες
Και τότε
Εκείνη ομόρφη είναι σαν την ημέρα που τον είχε ερωτευτεί
Κι έψαξε σε ένα σιρτάρι αυτή τη μπλούζα
που της χάρισε πολύ παλιά
Αυτός της κρατούσε το χέρι όπως έκανε την πρώτη φορά
κι έτσι γεμάτη από χαρά κι ευτυχία
πήγαν στην πλατεία και χόρεψαν βαλσάκι
Και τη μουσική απ' το βαλσάκι τους
ξύπνησε όλη την γειτονιά
Και μπήκαν όλοι έξω στη σκοτεινή πλατεία
που όμως τώρα ήταν γεμάτη φως
Λουλούδια κλεμμένα και φιλιά που αγάπη συνεχώς
Κι ο κόσμος με χαρά κατάλαβε
και μετά στη σιωπή ειρηνικά
κι είκε ο ήλιος ξανά