Εν τα βρύσσου κλέψαν του Ερμή τα φτερωτά σανταλιά,
στου Ποσειδώνα το ολόχρυσο παλάτι αποκοιμήθηκες.
Μέσα στο λυκόφως του βυθού σε έχουν θαμπώσει ζωηρόχρωμα κοράγια.
Επίσω στην Ιθάκη να ξανάρθεις, πάλι αρνήθηκες.
Εγώ μάτια περιμένω να γυρίσεις απ' την Τροία.
Όπως κάλπηκε η προφητεία.
Κι εκεί που το κορμί μου τ' αγκηγμά σου αναζητά και τρεμουλιάζει,
η παγωμένη ανάσα της σιωπής μέσα στη νύχτα μου φωνάζει.
Σ' αγαπώ,
σ' αγαπώ,
σ' αγαπώ,
σ' αγαπώ.
Δεν άντεξες το δόγιο γονγκισμό που σέρνανε οι σιρήνες
με τη γαλήνια τρυφερό καρδιφωνή τους σε πλανέψανε.
Σε κατακόμβες και στα χαλκινά τους στήχης έχουν πλύσσει νηρίδες.
Με γάλανθο η μύδια κι η κύρκη σε μαγεύσανε.
Εγώ μάταια περιμένω να γυρίσεις απ' την Τροία.
Φτιαχτός ήταν του Κάλχα ο χρυσμός,
τ' Αλπική κι η Προφητεία.
Κι εκεί που το κορμί μου τ' αγκηγμά σου αναζητά και τρεμουλιάζει,
η παγωμένη ανάσα της σιωπής μέσα στη νύχτα μου φωνάζει
Σ' αγαπώ,
σ' αγαπώ,
σ' αγαπώ,
σ' αγαπώ.