Για τους και καλά φωτισμένους
Αυτός που ξέρει το πως πάντα έχει δουλειά
Αυτός που ξέρει το γιατί πάντα θα είναι το αφεντικό του
Πάντα
Νομίζες πως...
Νόμιζες πως θα τη γλυτώνες στη Να
Νόμιζες πως θα άφηνα και να
Και μέχρι τώρα νόμιζες πως τα λέγα χοντρά μανά
Που σου δώσα τη ρήμα τα τατού και τη μάχη στα πλούτα
Ακόμα νόμιζες πως ήμουνα χακός
Μα είναι καλός ο λεπτικός
Νόμιζες ότι είσαι μόνος σοφός
Ακόμα νόμιζες πως ό,τι λάμπει είναι χρυσός
Νόμιζες πως κρατάγες τη δάδα μα σου έλειπε το φως
Τρεις μήνες Άμστερνταμ και σε μπαγκαλός
Νόμιζα πως ήσουνα χαλός
Μα μου βγήκες κάρτος
Νόμιζες πως ήσουν αφθαρτός
Όλο νόμιζες πως είχες το φως ως λεκτικός
Ήρθα να σώσω τους ράπερ που βάρεσατε εσάς
Ο Αντρέας ήταν πάντα δαπεινός
Ήξερα τη μπουκά εγώ έβαλα τη ντούφα και εσύ βγήκες καθαρός
Μπήκες στο παιχνίδι σε βάρος μου
Το έπαιξες λέει και κουμπάρος μου
Νόμιζες πως
Μα υποτίμησες το στυλ μου και το θάρρος μου
Με είδες καλό μα με είχες για μαλάκα
Άρα καλύτερα μαλάκα και
Όχι όπως εσύ μοναχά στην τράκα
Με κοίταξες τα μάτια λέει η ψυχή σου άδεια
Όλο ψάχνεις για γλάμπ όλο κοιμάσαι πρωινά
Και όλο λακώνεσαι τα βράδια
Μαλάκα
Νόμιζες πως
Νόμιζες πως