Φάκα Αντίδας μου πιάσε τη φτέρνα, μπέρδεψα το τσουκ-μποξ με τη λατέρνα.Πάνω απ' του τάφου μου το κυπαρίσι, μαύρη χελώνα με έχει κατουρίσει.Έλληνας, νέο Έλληνας, μαράθηκη λουλουδιασμένη τιάκαι ψηλό συγκοντούλα λεμόνια, στα σάλοναδες φάζουνε αρνιά.Δεν πάει το παπάκι στην ποταμιά κι η παπαλαμπρένα γυμνή χαϊδεύει δολοσύσκευησ' ένα τηλεπαιχνίδι πουλιμένο, πουλάκι ξένο, πουλί χαμένο,μου τρώει τα σπλάχνα, δεν βγάζω άχνα.Διασκεδάζω μαθαίνοντας και σε ρωτάω, πόσες μύγες χωράνε στο μπουκάλι αρουστερού εκτομπισμένου.Ξύπνα αράπη μου, ο Κώστας ταύτησε, γελάς ξενέρωσε, πρέπει να φύγει.Μια προβοσκίδα του χαϊδεύει τα μαλλιά.Καλημέρα κράτη μου, ωραία μέρα σήμερα, μη την πάρεις μαζί στο βράδυ στις μπαρότσακες και την καταστρέψεις.Η καλή μέρα από την ατμοσφαιρική ρύπανση φαίνεται.Εδώ και τώρα εξυγχρονισμός της παροιμίας.