Τα μάτια μου γεννήσαμε
μια θάλασσα που γένναγε,
μια θύλια που γέλαγε
και ένα βαθύ κρεμό.
Καθώς με συνηθίσανε κι εγώ
που με βαρέθηκα,
έτσι τυχαία βρέθηκα
στον κόσμο να γυρνώ.
Ήλιοι μη γέρνεις νύχτα,
μη φέρνεις η νερά,
μην είναι καλύτερα τη θλίψη μου να παίρνεις.
Ξεκλείδωνα μα κλείδωνε η πόρτα που περίμενα,
σαν το χορτάρι ρίζωνα στη λύπη στον καημό.
Κανείς δεν ξαναπέρασε και όσοι προς περάσανε,
γκρεμίσαν και ρημάξανε δρόμους και γυρισμό.
Ήλιοι μη γέρνεις νύχτα, μη φέρνεις η νερά,
μην είναι καλύτερα τη θλίψη μου να παίρνεις.
Κοντράριζα με τη ζωή στα γούστα στο γυνάτι της,
και με το κατακάθι της συνήθισα να ζω.
Και όπως ήμουν ζωντανός μεγάλωσα και θέρεγε ψάδιος,
πορουστάρου σε θρέψα που έγιναν βουνό.
Ήλιοι μη γέρνεις νύχτα, μη φέρνεις η νερά,
μην είναι καλύτερα τη θλίψη μου να παίρνεις.
Đang Cập Nhật
Đang Cập Nhật
Đang Cập Nhật