Ποτό τσιγάρο, πάρτη τουρες, σε σωρώ
σε έναν κόσμο απ' οεβαίνω
με μορφή αποκαμένη
σε βνεύση παραδομένη
ψάχνεις τον καινούργιο τον ρυθμό
μα η εύνευσή σου ήταν πάντα λιγοστή,
δίχως τάρη θεϊκή
σ' άκουν όπερες καντάδες που ακούνε
οι κυράδες ύπνο για να έχουν ελαφρύ
νότες ψυχοφθώρες,
οι χαμένες φορές
κι άτεχνα στιχάκια για την αγορά
ότι ψυχή δεν έχει,
στον χρόνο δεν αντέχει
και είναι λύση απλή,
να καταναλωθεί
καλύτερα στη γη απάνω να πατάς
και να μην χειροκρότας
ξεπλυμένη η ζωή μας,
τα τραγούδια κι η καινή μας γίναν
σαν τα πορυπαντικά
νότες ψυχοφθώρες,
οι χαμένες φορές
κι άτεχνα στιχάκια για την αγορά
ότι ψυχή δεν έχει,
στον χρόνο δεν αντέχει
και είναι λύση απλή,
να καταναλωθεί