ΓΕΜΟΥ
Γεμός μου αβάσταχτος καλέ μου που σε βλέπω σαν ξερόφιλο του ανέμου
στη ζωή κυνηγημένος να γυρνάς
Γεμού δεν τον άκουσες το δόλιο σου πατέρα
παρασύρθηκες και μέρα με τη μέρα
είσαι είκοσι χρόνο κι όμως γερνάς
Γεμού
Τι περιμένεις πέ μου
σε έναν δρόμο λασπωμένο
θα είσαι πάντα σαν δέντρι ξεριζωμένο
δίχως μοίρα, δίχως ήλιο κι ουρανό
Γεμού
τον καημό μου
συλλογή σου
γυρνάς σπίτι
να γλυκανώ την πληγή σου
Γεμού, γεμού
πως πονώ
Γεμού
είναι οι άνθρωποι απάνθρωποι καλέ μου
οι αρχόντιοι είναι μπόροι του πολέμου
και γελούν όταν το δάκρυ μας κυλά
Γεμού
μη πιστεύεις σε κανέναν ακριβέ μου
ως κι οι φίλοι σου χαρίκανε Θεέ μου
που έχεις πέσει τώρα τόσο χαμηλά
Γεμού
τι περιμένεις πέ μου
σε έναν δρόμο λασπωμένο
θα'σαι πάντα σαν δέντρι ξεριζωμένο
δίχως μοίρα, δίχως ήλιο κι ουρανό
γεμού
γεμού
τον καημό μου
συλλογή σου
γύρνα σπίτι
να γλυκάνω την πληγή σου
γεμού, γεμού
πως πονώ
γεμού, γεμρό
γεμό, γεμό
πώς γυ Finn
*