Μιλώ για τα τελευταία σαλπίσματα των νικημένων στρατιωτών
για τα τελευταία κουρέλια από τα γιορτινά μας φορέματα
για τα παιδιά μας που πουλάν τσιγάρα στους διαφάντες
Μιλώ για τα λουλούδια που μαραθήκανε στους τάφους και τα σαφίζει η βροχή
για τα λουλούδια που μαραθήκανε στους τάφους και τα σαφίζει η βροχή
για τα σπίτια που κάσκουνε δίχως παράθυρα
σαν κρανία ξεδόντιασμένα για τα κορίτσια
που ζήτει ανέβουν δείχνοντας στα στήθια
τις πληγές τους
Μιλώ για τις ξυπόλυτες τις μάνες
που σέρνονται στα χαλά καλάσματα
για τις φλεγόμενες πόλεις
τα σοριασμένα κουφάρια στους δρόμους
τους μαστροπούς πηγητές
που σέρνονται τις νύχτες
τις νύχτες στα κατώφλια
Μιλώ για τις ατέλειωτες νύχτες
όταν το φως λιγοστεύει τα ξημερώματα
για τα φορτωμένα καμιόνια
και τους βηματιζούς στις σιχρές πλάκες
Μιλώ για τα προαύλια των φυλακών
και για το δάκρυ των μελωθανάκων
Μιλώ για τα προαύλια των φυλακών
και για το δάκρυ των μελωθανάκων
Μα πιο πολύ μιλώ για τους ψαράδες
που άφησανε τα δίχτυα τους
και πήγαιναν
και πήρανε τα βήματα του
κι όταν αυτός κουράστηκε
αυτοί δεν ξαποστάσαν
κι όταν αυτός τους πρόδωσε
αυτοί δεν αρνηθήκαν
κι όταν αυτός δοξάστηκε
αυτοί στρέψαν τα μάτια
κι όταν αυτός δοξάστηκε αυτοί στρέψαν τα μάτια
κι οι συντρόφοι τους φύνανε
κι οι συντρόφοι τους φύνανε
και τους σταυρώναν
Μ' αυτή γαλήνη τον θρόμο παίρνουνε
Πάκρη δεν έχει
χωρίς το βλέμμα τους
να σκοπιάσει την αλγύη ίση
την αλγύη ίση
ορθή και μόνη
μες στην φοβερή ερημία
του πληθούς