Ήταν εκείνη τη νυχτιάΦύσαγε ο Βαρδάρηςτο κύμα η πλώρια κέρδιζεοριά με την οριάσε στείλω πρώτο στα νεράνα πας για να κραδάρειςνα εσύ θυμάσαι τη Σμαρού και την ΚαλαδιάΞέχασες κείνο το σκοπό που λέγανε οι χιλιάνοιΆγιε Νικόλα φύλαγε κι Άγια Θαλάσσινητυφλό χωρίτσις οδηγάει παιδί του Μοντηλιάνηπου τ' αγαπούσε ο Δόκιμος κι οι δυο ΜαρμαρινίΑπάνω στο γιατάκι σου πήγαινε αθρόκυμακαι φέρνει βόλτες ψάχνοντες τα ρουχά σου η Μαϊμούεκτός από τη μάνα σου ανίστεμσε θυμάταισε τούτο το τρομακτικό ταξίδι του χαμούΚάτω από φώτα κόκκινα κοιμάται η Σαλμονήπριν δέκα χρόνια μεθυσμένη μου είπες αγαπώαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιμα δεν θα ψάχνεις το στρατί που πάει για τον τεπόαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιαφιώσαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκιΑΠΑΓΕΙΡΟΥΝ ΤΗΣ ΥΠΑΓΕΙΡΟΥ