Είμαι μια θλιμμένη μπρίζα.
Το όνομά μου είναι η Λεκτρούλα.
Μα η μαμά μου με φώναζε Τούλα και μου μείνε.
Θέλω να σας πω την πονεμένη ερωτική μου ιστορία
που με συνεκλώνησε στα 16 μου χρόνια.
Όταν το γνώρισα ήταν ένα βράδυ του Μάη.
Ήταν ψηλός,
λιγνός, ντυμένος τ' άσπρα.
Φορούσε ένα πλαστικό μουρλιά.
Τον έλεγαν καλώδιο.
Εκείνος, αχ εκείνος, με κοίταξε και μου είπε.
Κούκλαρα,
είσαι για κάνα βραχική κύκλο, μάνα μου.
Εδώ που τα λέμε δεν ήμουν δάκια κανένα φρόκαλο.
Οι άντρες που με γνώρισαν έπεθαν σοκ.
Όμως το σνομπάρισα.
Εγώ του λέω είμαι υψηλής τάσεος.
Ανήκω σε άλλο κύκλο μου.
Κατά βάθος, όμως, φοβόμουν και τη μαμά.
Βλέπεις, η μαμά μου λέγε.
Μακριά απ' τα καλώδια, μικρό μου.
Μη τζις.
Όμως ήταν τόσο γλυκάς το κορμί του.
Το λιγνό του κορμί ανάδινε τόση ζεστασιά.
Τα κυκματούμε ηλεκτρικά.
Τέλος που λέει ο λόγος με τίληξε.
Οι μέρες που ζήσαμε μαζί ήταν υπέροχες.
Η αγάπη μας μια σκέτη φωτιά.
Καροτάς μας ηλεκτροπληξία.
Τα κορμιά μας χτυπιόνται βλογισμένα από το πάθος.
Μου έδωσε όλα τα βολτού.
Οι τρύπες μου έκαιγαν.
Ξέχασα να σας πω πως είμαι μια μπριζούλα τρυπολίκια.
Τι νομίζατε.
Τότε,
τη στιγμές της υπερτέτης ευτυχίας,
ήρθε η καταστροφή.
Εκείνο το μηραίο πρωί του Σαββάτου.
Ήρθε ο κατσαβιδάκιας να μας χωρίσει.
Αυτό που λέμε ο ξένος δάκτυλος.
Γνωρίσαμε τη φρίκη στο πρόσωπο ενός αδίστη ηλεκτρολόγου.
Ο σπαραγμάς του αποχωρισμού μας ήταν
τόσος που σπαραλιάστηκε η ασφάλεια.
Μας έφαγε το μαύρο σκοτάδι.
Μετά
λασκάρισε
μία μία
τις βίδες μου.
Αχ!
Μας χώρισε η τεχνολογία.
Καλώδια!