Με μια πυρόλα φεύγεις και γυρίζειςΤις ώρες που αγριεύει η βροχήΣτη γη των Βυσσιγότων αρμενίζειςΚαι σε κερδίζουν κι οι πικρές μαστίμαΤα φτερά σου σιγοπριονίζειςΣκέπασα αρμήρα το γυμνό κορμί σουΣου φέρα απ' τους τελφούς γλυκών εδώΣτα δύο είπες πως θα κοπεί η ζωή σουΚαι πριν προλάβω τρεις να σ' αρνηθώΣκούριασε το κλειδί του παραδείγη σουΤο καραβάνι τρέχει μες στη σκόνηΚαι τη τρελή σου κυνηγά η σκιάΠώς να ημερέψει ο νους με ένα σεντόνιΠώς να δεχτεί η Μεσόγειος με σκοινιά αγάπηΤους έλεγαν αντικόνιΓια νυχτοδία το φως σου έχει πάρειΚαι σε ποιόν γαλαξία να σε βρωΕδώ είναι Αττική, Θεό ΑνταμάριΚι εγώ ένα παιδίο πολύ σπινάΠου ασπούνται βρίζοντας ξενυχατάριΜια νυχτοδία το φως σου έχει πάρειΚαι σε ποιόν γαλαξία να σε βρωΕδώ είναι Αττική, Θεό ΑνταμάριΚι εγώ ένα παιδίο πολύ σπινάΠου ασπούνται βρίζοντας ξενυχατάρι