Μια κοπέλα
Λέει η κετρινή, λέει η κετρινή, αχ, λέει η κετρινή
Άνοιξε την πόρτα φωτζα θέλω να σου πω
Της καρδιάς μου το μοράζει και το μυστικό
Αναστενάζει, αναστενάζει
Και του φωνάζει, και του φωνάζει
Ω, ω, ω, ω, ω, ω, ω, ω, ω
Σ'αλάθι
Στην λεχότζα μια κατάρα μαύρη και βαριά
Στον πρόδοτη που μου πήρε τη φτωχή καρδιά
Τη φτωχή καρδιά, τη φτωχή καρδιά
Βγαίνει ο χωτζας τρομαγμένος και την εκεί τα
Και λιγώνε την ψυχή του απ' την ομορφιά
Απ' την ομορφιά, απ' την ομορφιά
Άφησε το μήναρε του το τζαμισφάλα
Σήκωσε το φέρετζε της και την εφηλά
Την αγκαλιάζει, την αγκαλιάζει
Αλλά χωνάζει, αλλά χωνάζει
Ω, ω, ω, ω, ω, ω, ω, ω
Καλά
Όπως έγινε το πράγμα θέλοντας και μη
Πάει ο κότσας πάντα ράσα πάει και το τζάμι
Πάει και το τζάμι, αχ πάει και το τζάμι