Πάσες, θεριές, ήλιος, πυρός και φινικέςένα πουλί που ακροβατεί στα παταράτσαγνέφουνε δυο στιγματισμένα μαύρα μπράτσαπου αρρώστιες θα έχουνε τσαγγίσει τροπικέςΠαντιέρα κίτρινη, σινιάλο του νερούφούντο τις δυο και πριμα βρέξε το πινέλοτα δυο φανάρια της νυχτός και ο πιζανέλοξετοριασμένος απ' το κύμα του καιρούτο καραντί, το καραντί θα μας πατάρεισάπια βρεχά με ένα τσιμέντο και σκουριάαπό νωρίς δεξιά στη μάσκα την βλωριάκοιμήθηκε ο καρχαρίας που φιλοτάρειόρτι να δίνει ο παπαγάλος τον ιστόόπως και τότε απ' του Κολόμβου την κουκέταχρόνια προζουμένο να τυλίξει στην παρκέταχρόνια προζουμένο τη στεριά να ζάλει στοφώτιες ανάβουνε στην άμμο υφαγενήςκι άχος μας φτάνει καθώς πέσουν τα οργανά τουςτης θάλασσας κατανικόντας τους θανάτουςστην ανεμόσκαλα σε θέλω να φανείςσφίκια πλεγμένα στα μαλλιά στο στομαφίκιαέτσι ως κοιμήθηκες για πάντα σαββατιάκατάστιχτη πελεκυμένη αποσπαθιάδίπλα φορώντας τον Ίγκα στα σκουλαλίκιαο καραντί το καραντί θα μας βατάεισάπια βρεχά με ένα τσιμέντο και σκουριάαπό νωρίς δεξιά στη μάσκα την πλωριάκοιμήθηκε ο καρφαρίας του φιλοτάτη