Ποια πρύμνη,
ποια πλώρη,
το κατάστρωμα πιάνει σκουριά
κι εκείνο το αγόρι
της σειρίνας το τραγούδι ξεχνά.
Του είπαν πως οι λωτοί σε βοηθούν να ξεχνάς τα φαντασματα
γιατί οι έρωτες που μην ανησυχούν πονούν σαν τραύματα ξεχνάμεσοι.
Κι αν αναρωτιέται ποια πόλη,
ποια χώρα,
ποια θάλασσα με ταξιδεύει πια για που έχω ανοίξει πανιά
Αγαρίζω πια τους στίχους μου σε άλλες σαν
τους χάρισα ποτέ σε εκείνοι πραγματικά
Κι εγώ όταν δένω πια δε δένω με δέθηκα
στο κατάρτι μια φορά κι άλλη μια με κίνη
Πλέον απλά πορεύομαι στη μοίρα του ανέμου,
στην αγκαλιά των κυμάτων από τα νεφάγα
Τους καρπούς της γης των λοτοφάγων
Στα καπηλιά λέω πως δε θυμάμαι ποιος είμαι
Μου φέρνουν μια κοπέλα με αθώα ματιά κι εγώ αντιδρώ μηχανικά
Το πρωί θα φύγω πριν ξυπνήσει,
δεν μάθει για μένα πολλά
Και τα ρομάντζα θα γίνουν ρουτίνα κάθε μήνα
Τον έρωτα λιγότερο θυμάμαι
Στους θεούς προσεύχομαι όλα καλά να πάνε
Τα βράδια να κοιμάμαι και ενός αλανά κοιμάμαι
Τι τραγούδι σου είχα πει και μ'
αγάπησες πόσες θαλάσσες μακριά μου ζεις
Ποιος αέρα στα ποιήματα μας πήρε,
ποιος θυμάται πλέον τι μας θα ερμηνείς
Και έχω φύγει πες της,
δεν θα γυρίσει πες της Πες της πως ξέχασα και ζω ευτυχισμένος πες της
Πως απ' τη σκύλα και τη χάριβδη δεν πέρασα στην Κίρκη ή στις Κάλυψος,
την Ίσο έμεινα πες της
Κι εγώ θα πω στον εαυτό μου ότι έμαθα Πως
δεν πειράζει που από το λωτό δεν έφαγα
Πως έχω μάθει να τη θα σέβω τις μνήμες Γύρισα
σως κι ίδιος και στην διαδρομή δεν πέθανα
Κι αν καταλάβει το ψέμα να το αρνηθείς
Απ' την αλήθεια δεν θα βγει νικητής,
αυτό είναι νόμος
Αγαπημένη μου μην έρθεις να με βρεις Έτσι
κι αλλιώς θα λυγίσω και θα έρθω πρώτος
Να σου πω πως δεν θα πέθαινα για σένα,
μα θα σκότωνα όποιον αναπνέει
Για ένα σου βλέμμα είναι γραφτό,
μα δεν θα πέθαινα για σένα γιατί θα σ' αφήνα πίσω
Και κανείς δεν ταιριάζει πιο πολύ από μας τους δυο
Τι τραγούδι σου είχα πει και μ
αγάπησες πόσες θάλασσες μακριά μου ζεις
Ποιος αέρας τα ποιήματα μας πήρε,
ποιος θυμάται πλέον τι ήμασταν εμείς
Του χορέζουν στα βράχια,
νομίζω άσε ακούσαν να γλέσουν μακριά μα
ένας από ψιθύρες