Γυναίκα, απ' τον παράδεισο φευγάτη,
γυναίκα που τα φαύλα της ζωής ορίζεις,
μη μπολεμάς, μη μάχεσαι το δρόμο που τραβάω,
γιατί η καρδιά καλά το ξέρει,
πως το γιατάκι του σατανά φωλιάζεις
και ψάχνεις την ώρα την αδύνατη για να ζυγώσεις,
μα εγώ μόνο το χρέος υπηρετώ
και ενός Θεού κελεύσματα μονάχα προσκυνάω
κι αν η καρδιά μου μοναχά μιαν άνοιξη υποθύσει,
αυτήν μονάχα εκείνος που συγχωρά μαγδαλινές
μπορεί να μου τη φέρει.
Εσύ στάσεις ήδη να ζητάς στην ιστορία,
να σ' αγκαλιάζει τρυπιό ράσο κι ουρανός,
κι εγώ να σέρνω τη ζωή στην αμαρτία,
σε ένα παράδεισο που δείχνει μακρινό,
τη μωρό μου.
Εσύ να ψάχνεις αλλούς κόσμους για παλάτια,
να μπαίνεις μέσα στου ραγιά της προσευχές,
κι εγώ τον έμαθα,
Με ρωτά να πνίγω μες στα μάτια
γιατί δε θέλησες ποτέ σου να με θες.
Φεγγάρι ανάρμογο αξιό θα μείνεις
σε ξένους ουρανούς να ξεχαστεί
τα λόγια και τα μάτια της καλύπης
τις βήτες της καλιάς και της σιωπής.
Φεγγάρι ανάρμογο αξιό θα μείνω
σε ξένους ουρανούς να ξεχαστείς
τα λόγια και τα μάτια σου θα λύνω
τις νύχτες της καρδιάς και της σιωπής.
Εσύ να ανάβεις στον παράδεισο καντήλι
κι απ' τα χρυσόβουλα να βγάζεις ως ανά
κι εγώ να γίνω με ολόκληρη δυο χείλη
για να σου πω πως δε με λένε σατανά.
Εγώ να ξέρω πως ποτέ δε θα μ' αγγίξεις
κι εσύ να ξέρεις πως ποτέ δε θα σε βρω
θα με μια πόρτα που ποτέ σου
δε θα νύξεις
θα σε ποτάμι που θα τρέχει
και νερό.
Τα κρίματα που ψάχνουν αμαρτία
δεν ξέρω μόνο πάτια να τα βρω
εμένα η ζωή μου είναι αιτία
γιαν κάθινο στεφάνι και σταυρό.
Γιαν κάθινο στεφάνι
και σταυρό.